Τα τραγικά γεγονότα του 1974 και οι συνέπειές τους δεν ήταν αποτέλεσμα μιας εθνοτικής σύγκρουσης όπως ορισμένοι επιχειρούν να παρουσιάσουν ακόμη και εντός του Ευρωκοινοβουλίου. Ήταν απότοκο της πάγιας τουρκικής τακτικής επεκτατισμού και μιας συγκροτημένης τουρκικής στρατηγικής εδώ και δεκαετίες. Απλά και ξεκάθαρα.
Το Κυπριακό ήταν και παραμένει ένα άλυτο πρόβλημα εισβολής και κατοχής των εδαφών μας κι αυτό δεν πρέπει να το αγνοούμε και να αποδεχόμαστε έμμεσα την υφιστάμενη απαράδεκτη κατάσταση, επιδεικνύοντας στάση ανοχής, αλλά και αδιαφορίας. Πρόκειται επίσης για καταπάτηση του κοινοτικού κεκτημένου, μιας Ένωσης της οποίας θέλει να αποτελέσει μέρος και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Οι διαδικασίες διαπραγμάτευσης είναι η μόνη οδός, πρέπει ωστόσο να ξεκαθαρίσουμε πρώτα στους εαυτούς μας και μετά στους συνομιλητές μας ότι δεν μπορούμε να μπαίνουμε σε συζητήσεις και διαδικασίες οι οποίες αμφισβητούν ή ακυρώνουν βασικά δικαιώματα και ελευθερίες όλων ανεξαιρέτως των ανθρώπων.
Είναι έκδηλο, ότι η διαχρονικά αλαζονική και προκλητική στάση της Τουρκίας, καθώς και η προσήλωσή της σε επεκτατικούς και κατοχικούς σκοπούς, είναι παράμετροι που καταδικάζουν κάθε προσπάθεια που καταβάλλεται από την ελληνοκυπριακή πλευρά, καθιστώντας το έργο επίλυσης ακόμη πιο δύσκολο. Αντιμετωπίζοντας με ρεαλισμό την κατάσταση, είναι εύκολο να αντιληφθεί κανείς, ότι φανερώνουν τις πραγματικές της προθέσεις, που ασφαλώς δεν αποσκοπούν στη δίκαιη λύση του Κυπριακού.
Η κλιμακούμενη τουρκική προκλητικότητα στην κυπριακή ΑΟΖ, στον Έβρο, στη Συρία, στο Βόρειο Ιράκ, στη Λιβύη, οι παρεμποδίσεις αεροσκαφών που μεταφέρουν ιατρικό εξοπλισμό και οι χιλιάδες διώξεις και φυλακίσεις ανθρώπων με συνοπτικές διαδικασίες, μας υποδεικνύουν καθημερινά για το ποια είναι η Άγκυρα. Μια Άγκυρα, που δεν σέβεται σύνορα, λαούς και δικαιώματα. Που δεν σέβεται τον πόνο των ανθρώπων που προέρχονται από χώρες με πολεμικές συρράξεις, που δεν σέβεται θρησκείες. Πρόσφατο παράδειγμα οι βλέψεις και ενέργειες Ερντογάν για μετατροπή της Αγίας Σοφιάς, του παγκόσμιου συμβόλου του Χριστιανισμού, σε τέμενος.
Ποιος νοήμον άνθρωπος δεν επιθυμεί να δει αυτή την πατρίδα επανενωμένη; Μια τέτοια εξέλιξη θα έχει τεράστια οφέλη για όλους τους κατοίκους του νησιού, Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Ωστόσο, οι οδοί δράσης για την ελληνοκυπριακή πλευρά λιγοστεύουν όλο και περισσότερο. Βλέποντας την άτεγκτη τουρκική στάση, είναι εξωπραγματικό να πιστεύουμε ότι η επίτευξη μιας δίκαιης και βιώσιμης λύσης είναι ένα εύκολο εγχείρημα, το οποίο δεν απαιτεί ιδιαίτερο κόπο, προσπάθεια και θυσίες, αλλά απλώς καλή θέληση, υποχωρήσεις και καλή συμπεριφορά. Η Τουρκία δεν βάζει μυαλό. Αυτό είναι φανερό. Δυστυχώς κάνει πραγματικότητα τις απειλές που κάθε τρείς και λίγο εξαπολύει προς πάσα κατεύθυνση. Ακόμα και τα πρόσφατα γεγονότα που αφορούν τα οδοφράγματα, απέδειξαν για μία ακόμη φορά, το ποιος κάνει κουμάντο στα κατεχόμενα.
Θεωρώ ότι όλα αυτά είναι αρκετά για να μας κινητοποιήσουν και να μας πείσουν ότι οφείλουμε να δράσουμε βάσει ενός συλλογικού σχεδιασμού με στόχο την υπέρβαση της τουρκικής προκλητικότητας. Επιβάλλεται μια συντονισμένη και άρτια οργανωμένη αντίδραση του Ελληνισμού.
Τα λόγια δεν αρκούν και ούτε οι φραστικές καταδίκες έχουν αποτέλεσμα. Φαίνεται, ότι έχει φθάσει ο καιρός όχι μόνο για αποκοπές ενταξιακών κονδυλίων, τις οποίες διεκδικούμε, αλλά και για επανεξέταση του θέματος της ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ. Όσοι πίστεψαν ότι διατηρώντας την Τουρκία σε Ευρωπαϊκή τροχιά θα οδηγούσε σε αλλαγή της συμπεριφοράς της, έχουν διαψευστεί οικτρά. Είναι καιρός να δούμε κατάματα την αλήθεια, να σχεδιάσουμε τις μετέπειτα κινήσεις μας με γνώμονα αυτή την Τουρκία που έχουμε απέναντι μας, χρησιμοποιώντας όλα τα πολιτικά όπλα που έχουμε στη φαρέτρα μας. Την ίδια ώρα θα πρέπει να ισχυροποιήσουμε τις συμμαχίες μας στην περιοχή θωρακίζοντας όσο καλύτερα μπορούμε τον εαυτό μας. Έχει αποδείξει η Τουρκία ότι υλοποιεί τις απειλές της γι’ αυτό και επιβάλλεται να είμαστε έτοιμοι, κατά το δυνατό, να τις αντικρούσουμε.