Ο κόσμος μας αλλάζει γρήγορα κι οι αλλαγές που συντελούνται σε όλα τα επίπεδα είναι τεράστιες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως μία μεγάλη δύναμη, δεν θα μπορούσε να μείνει στο περιθώριο των ραγδαίων εξελίξεων.
Πέραν των περιφερειακών και διεθνών εξελίξεων, έχουμε και μία μεγάλη εσωτερική μάχη. Τη μάχη για την πορεία και το μέλλον της Ευρώπης. Μια πτυχή αυτής της πορείας, των προκλήσεων και των προοπτικών του μέλλοντος, είναι το δικαίωμα της αρνησικυρίας, γνωστότερο και ως βέτο.
Η κατάργηση του δικαιώματος αυτού, έχει ανοίξει μία τεράστια πολιτική συζήτηση στους κόλπους του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Αυτές τις ώρες ακούμε φωνές σφοδρής αντίδρασης αλλά και αρκετούς οι οποίοι είναι φανατικοί υπέρμαχοι της κατάργησης.
Ως Κύπριος Ευρωβουλευτής, η κατάργηση του δικαιώματος του βέτο μου δημιουργεί έντονη ανησυχία καθώς είναι αφαίρεση ενός όπλου από τη φαρέτρα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Έτσι τουλάχιστον την αντιλαμβάνομαι και σίγουρα δεν είμαι ο μόνος. Δημιουργείται δικαίως ανησυχία στα μικρά σε πληθυσμό κράτη μέλη, όπως είναι και η Κύπρος.
Μιλάμε συνεχώς για την ανάγκη διεύρυνσης αλλά έχω την εντύπωση ότι δεν εγκύπτουμε με την απαραίτητη σοβαρότητα στο θέμα. Κάποιες χώρες επιθυμούν την κατάργηση του βέτο με πρόσχημα τη διεύρυνση και με σκοπό να μην μπορεί για παράδειγμα ένα κράτος μέλος από μόνο του να μπλοκάρει την ένταξη μίας χώρας.
Πώς όμως διασφαλίζονται τα μικρά κράτη μέλη έναντι στα συμφέροντα των μεγαλύτερων κρατών μελών που θα είναι σε θέση να προωθούν τα δικά τους εθνικά συμφέροντα έναντι του κοινού καλού της Ενωμένης Ευρώπης; Αυτό είναι το ερώτημα και αυτό ακριβώς πρέπει να καθορίσουμε.
Δυστυχώς δεν έχουμε λάβει πειστικές απαντήσεις για το ότι θα λειτουργεί πιο καλά και θα είναι πιο πρακτική η Ευρωπαϊκή Ένωση δίχως το δικαίωμα του βέτο. Πάγια θέση μου και την υποστηρίζω σθεναρά σε όλες τις παρεμβάσεις μου είναι ότι όσο η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα είναι σε θέση να χαράξει κοινή εξωτερική πολιτική, ποτέ δεν θα έχει ελευθερία κινήσεων στη διεθνή πολιτική σκακιέρα. Ποτέ δεν θα μπορέσει να έχει ενιαία φωνή και αποφασιστικότητα για τη στήριξη των ευρωπαϊκών συμφερόντων. Η κοινή εξωτερική πολιτική αποτελεί το κλειδί για μία ισχυρή και διευρυμένη Ευρώπη και είναι άμεσα συνυφασμένη με τη συζήτηση για κατάργηση του βέτο.
Είναι καθήκον όλων των πολιτειακών αξιωματούχων η προάσπιση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αυτή είναι και η μεγαλύτερή μας ανησυχία. Είναι ολοφάνερο, ότι η διαχρονικά αλαζονική και προκλητική στάση της Τουρκίας, καθώς και η προσήλωσή της σε επεκτατικούς και κατοχικούς σκοπούς, είναι παράμετροι που καταδικάζουν κάθε προσπάθεια που καταβάλλεται από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Η διάθεση μη συμμόρφωσης που επιδεικνύει καθημερινά η Τουρκία, φανερώνει τις πραγματικές της προθέσεις, που ασφαλώς δεν αποσκοπούν στη δίκαιη λύση του Κυπριακού.
Είναι λοιπόν η ώρα να συζητήσουμε εάν η κατάργηση οδηγεί σε ενίσχυση των αντανακλαστικών και της δημοκρατικότητας ή όχι της Ευρώπης. Χωρίς όμως κοινή εξωτερική πολιτική και χωρίς ένα ορθό πλαίσιο μέσα από το οποίο να καθορίζεται το κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον, πιστεύω ότι θα βάλουμε την άμαξα μπροστά από το άλογο.